Μια χθαμαλή ακροβραχίδα
και πώς να αγγίξω
το σμιλεμένο κορφοβούνι;
Σαν αμφορέας,
με μια σύναξη από αγρύπνιες στα ιδεώδη
όπου οι λέξεις ηχούν
κι οι στοχασμοί δονούνται,
υπηρετείς με σθένος το στέμμα της ποίησης
και προσδοκάς στη φωταύγειά της,
ελπίζοντας «στον αείφθογγο μέλλοντα».
Στην αητοφωλιά σου αψηλά
μερώνει η παλίρροια του σύμπαντος,
ιερουργεί η λαλιά της πατρίδας
στης πολυσήμαντης φύσης το ευφρόσυνο,
της πένας ο δούρειος ίππος.
Το δαφνολίβανο της Ρούμελης
του Αστακού το αγριοστάφυλο
παρακοχύλια
να συνάξει ποθεί
να δεματιάσει τον μόχτο
στη σπορά των γραφών σου.
Πώς γουρμαίνει η λιθόστρωτη στίλβη της ποίησης
στο σπλαχνικό χορτάρι της γης σου
σαν την διαβαίνουν οι νιόβγαλτοι ποιητάδες;
Πώς τους δωρίζεται πληθωρικά και ατόφια
ο υμνωδός τεχνίτης στο σύγκρυο του χρόνου;
Μια διάθλαση λόγου
-ταπεινή και ανέσπερη-
με τον αχό της να φτάνει
από τα ξωκλήσια της νόησης
στης ψυχής τα εσώθυρα,
χελιδονίζει στην αυγινή μας προβλήτα.
Μελισσουργός και κωπηλάτης
με του Ηνίοχου τα γκέμια
στις γεύσεις των λέξεων,
με τα ποταμίσια ναύλα της λυγαριάς
-σύγκορμης κόρης της ποίησης-
πληρωμένα με μελωδούς φθόγγους,
λυρικά, αισθαντικά και ανθρώπινα,
δαμάζεις τη ζωή και το όραμα.
Αλήθεια ποιητή μου
πώς να συλλάβουμε
«τ’ αφρόγαλο του στίχου σου»
σαν «μας φυτεύεις αίθριο το λυγμό σου;»
Στο ποιητικό σου απανωτόπι
στο σμιλεμένο κορφοβούνι
υποκλίνομαι
μια χθαμαλή ακροβραχίδα του λόγου.
Καλλιόπη Δημητροπούλου
(Για την ποιητική Ανθολογία του λογοτέχνη – εικαστικού Κώστα Καρούσου, με τίτλο «ΕΛΠΙΖΩ ΣΤΟΝ ΑΕΙΦΘΟΓΓΟ ΜΕΛΛΟΝΤΑ», εκδόσεις ΔΡΟΜΩΝ, 2015).