Σέρνοντας τις φθαρμένες παντόφλες κατευθύνθηκε προς το παράθυρο της κουζίνας και τράβηξε με το χέρι της την κουρτίνα. Η βροχή είχε δυναμώσει και οι δρόμοι ήταν έρημοι. Έβλεπε τις χοντρές στάλες της βροχής που έπεφταν πάνω στα λασπωμένα πεζοδρόμια και στα βουλωμένα φρεάτια και έκανε τον σταυρό της για να μην πλημμυρίσει ξανά το μικρό ισόγειο διαμέρισμά της και αναγκαστεί να σφουγγαρίζει όλη τη νύχτα, όπως ένα μήνα πριν που η βροχή έπεφτε ασταμάτητα με οργή και κόντεψε να πνιγεί μέχρι να έρθει η πυροσβεστική και να απομακρύνει τα νερά που έφταναν μέχρι τη μέση της.
Το μάτι της έπεσε πάνω στο τραπέζι. Δίπλα από την άδεια φρουτιέρα υπήρχαν ένα σωρό φάκελοι που τους είχε αφήσει από το πρωί, όταν βγήκε για ψωμί στο φούρνο της γειτονιάς. Τους έπιασε στα χέρια της, φόρεσε τα γυαλιά της που κρέμονταν από το λαιμό, πήρε μια βαθιά ανάσα και άρχισε να τους ανοίγει. Φουσκωμένοι λογαριασμοί της ΔΕΗ, του ΟΤΕ, που σπάνια την έπαιρναν ή έπαιρνε η ίδια τηλέφωνο, της ΕΥΔΑΠ και ένα ειδοποιητήριο για την τρίτη δόση του ΕΝΦΙΑ που έπρεπε να πληρωθεί στο τέλος του μήνα. Τους άφησε πάλι στην άκρη βγάζοντας έναν μικρό αναστεναγμό και πήγε να ανοίξει το χαζοκούτι για να περάσει λίγο η ώρα της αν και ήξερε πως πάλι θα μελαγχολούσε βλέποντας ατσαλάκωτους, γραβατωμένους πολιτικούς να τσακώνονται στα παράθυρα των δελτίων ειδήσεων, επιρρίπτοντας ο ένας ευθύνες στον άλλον και εξαγριωμένους πολίτες που βγαίνουν στα τηλέφωνα για να πουν τα βάσανά τους.
Ο μικρός φάκελος ήταν χωμένος ανάμεσα στους άλλους και δεν τον είχε προσέξει στην αρχή όταν τους έπιασε όλους μαζί. Τον πήρε στα χέρια της και αμέσως σχηματίστηκε ένα χαμόγελο στα χείλη της και το πρόσωπό της έλαμψε ξανά ξεχνώντας κάθε τι που την βασάνιζε. «Ένα γράμμα. Έχω ένα γράμμα», μονολόγησε και πήγε αμέσως στο σαλόνι σαν μικρό παιδί που του φέρνουν δώρο οι γονείς του. Κάθισε στην παλιά πολυθρόνα ξεκινώντας το διάβασμα γεμάτη περιέργεια για τον απρόσμενο αποστολέα που την θυμήθηκε.
Τόσα χρόνια όλοι την είχαν ξεχάσει. Συγγενείς και φίλοι ήταν ελάχιστοι που πάντα ήταν απασχολημένοι με τα δικά τους οικογενειακά προβλήματα και σχεδόν ποτέ δεν έβρισκαν χρόνο να περάσουν να την δουν ή τουλάχιστον να την πάρουν ένα τηλέφωνο στις γιορτές. Οικογένεια δεν είχε δική της, δεν ήταν τυχερό να κάνει, έλεγε η ίδια όταν με τα χρόνια την ρωτούσαν κάποιες γειτόνισσες. Εκείνη τη στιγμή όμως, δεν την ένοιαζε τίποτα. Είχε ένα γράμμα. Ένα γράμμα δικό της, ένα γράμμα μόνο για εκείνη, όπως έγραφε ο φάκελος στη θέση του παραλήπτη.
Έπιασε το τηλεχειριστήριο και έκλεισε το χαζοκούτι που εκείνη τη στιγμή έλεγε τον καιρό ένας χαμογελαστός κύριος με γυαλιά που προειδοποιούσε τον κόσμο για το έκτακτο δελτίο καιρικών φαινομένων που εξέδωσε η ΕΜΥ και προέβλεπε ισχυρές καταιγίδες, συνιστώντας την προσοχή των πολιτών. Οι χοντρές στάλες της βροχής χτυπούσαν με μανία το τζάμι του παραθύρου της κουζίνας και οι συνεχόμενες αστραπές έκαναν την νύχτα μέρα. Εκείνη όμως δεν την ένοιαζε πλέον τίποτα, αφού στα χέρια της κρατούσε έναν μικρό θησαυρό.
Γεμάτη αγωνία άνοιξε με λαχτάρα τον φάκελο του απρόσμενου αποστολέα που εισέβαλε έτσι ξαφνικά στην άχρωμη ζωή της, γεμίζοντάς την έστω και προσωρινά με λίγο φως. Με την πρώτη κιόλας φράση που διάβασε τα δάκρυα δεν άντεξαν και κύλισαν στο αυλακωμένο της πρόσωπο που κουβαλούσε εμπειρίες 76 χρόνων.
Αγαπημένη μου κυρία Ελένη Παπαπέτρου,
Αγαπημένη δασκάλα των παιδικών μου χρόνων που από τότε που φτάσατε στο μικρό ακριτικό νησί πριν 31 χρόνια μού αλλάξατε τη ρότα της ζωής μου δίνοντας ελπίδα και χαρά, δύο λέξεις που τις είχα ξεχάσει εδώ στο νησί. Εσείς ήσασταν για εμένα ο φάρος στην άκρη του γκρεμού που φώτιζε συνέχεια και αδιάκοπα τα σκοτάδια της ψυχής μου και με την υπομονή και την αγάπη που μου δίνατε απλόχερα κάθε φορά, μου δώσατε ό,τι χρειαζόμουν πιο πολύ εκείνη την περίοδο. Ρίξατε φως στα όνειρά μου για ζωή διώχνοντας μαγικά σαν την καλή νεραΐδα του παραμυθιού τα σκοτάδια που με εμπόδιζαν να δω τη χαρά της ζωής. Θυμάμαι τις αμέτρητες φορές που ξέμενα από ανάσα, αφού το άσθμα με βασάνιζε συχνά εξαιτίας της αρκούδας στο ταβάνι μου και εσείς με κλείνατε στην αγκαλιά σας χαϊδεύοντάς μου τα μαλλιά και λέγοντάς μου κάθε φορά να αναπνέουμε μαζί ακούγοντας τον χτύπο της καρδιάς μου. Σε κάθε ανάσα σας, έπαιρνα οξυγόνο και εγώ και στη συνέχεια καθόμασταν αγκαλιά μέχρι να συνέλθω εντελώς και να αναπνέω μόνος μου. Τα θυμάστε ακόμα όλα αυτά, κυρία Ελένη; Εγώ δεν τα ξέχασα ποτέ!
Καλά Χριστούγεννα, κυρία, δεν θα σας ξεχάσω ποτέ, γιατί οι φάροι δεν παύουν ποτέ να λάμπουν όσα χρόνια και αν περάσουν, η λάμψη τους είναι πάντα εκεί, δυνατή για να δείχνει τον δρόμο σε όλους τους περιπλανώμενους ταξιδιώτες που χάνονται στα σκοτεινά σοκάκια των δρόμων.
Η δουλειά της ήταν τα πάντα για εκείνη από φοιτήτρια ακόμα. Ήταν ο έρωτάς της για τη γνώση, για τη μάθηση που την οδήγησε να διαβεί την πύλη του Παιδαγωγικού. Από φοιτήτρια ακόμα χάνονταν στις σελίδες των βιβλίων και ρουφούσε λίγο από την πνευματική ικμάδα των μεγάλων φιλοσόφων και παιδαγωγών που με τη στάση τους και τα έργα τους άλλαξαν τη ζωή πολλών ανθρώπων που γαλουχήθηκαν με τα λόγια τους. Τα όπλα του Αδαμάντιου Κοραή «Έρως τιμής και Έρως παιδείας», έγιναν δικά της όπλα στην φαρέτρα της γνώσης και πολεμούσε πάντα με αυτά καθετί που στέκονταν εμπόδιο στα όνειρα της. Η βιβλιοθήκη της σχολής είχε γίνει αναπόσπαστο μέρος της ζωής της, τι και αν οι φίλοι και οι συμφοιτητές την παρακαλούσαν για έναν καφέ ή μια βόλτα, εκείνη πάντα εκεί παρέα με τον Gianni Rodari,τον Pestalozzi, τον Αδαμάντιο Κοραή και ένα σωρό άλλους που τη σαγήνευαν με τα λόγια και τα έργα τους.
Όταν φίλοι και συγγενείς της έλεγαν πως η ζωή περνάει γρήγορα και στο τέλος θα μείνει μόνη της, εκείνη με ένα τεράστιο χαμόγελο τους έλεγε τα λόγια του Έλληνα φιλόσοφου και ψυχαναλυτή Κορνήλιου Καστοριάδη «πως αν δεν υπάρχει έρωτας με την εκπαίδευση, δεν υπάρχει εκπαίδευση». Όλη της η ζωή ήταν αφιερωμένη στην εκπαίδευση. Ποτέ δεν σταμάτησε να μαθαίνει και να γίνεται καλύτερη προσφέροντας απλόχερα τις γνώσεις της. Μεταπτυχιακά, δύο ξένες γλώσσες και ένα διδακτορικό λίγο πριν το τέλος της καριέρας της όταν οι δυνάμεις της άρχισαν να την εγκαταλείπουν και η καρδιά της άρχισε να νοσεί. Σε όλα αυτά υπήρχαν και διάφοροι έρωτες που ποτέ δεν ευδοκίμησαν για να φτάσει ως τα σκαλιά της εκκλησίας. Πώς μπορούσε να αγαπήσει έναν μόνον άνθρωπο όταν έπαιρνε τόση άφθονη αγάπη από γονείς και παιδιά; Ποιος θα την καταλάβαινε εκείνη την εποχή πως η δουλειά της ήταν το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή της; Kαι ύστερα όταν την ρωτούσαν πάλι οι γειτόνισσες πόσα παιδιά είχε, εκείνη φούσκωνε από υπερηφάνεια και έλεγε δυνατά πως είχε πάνω από 650 παιδιά. Τι και αν τι κοίταγαν οι άλλοι σαν τρελή, εκείνη ήξερε την αλήθεια, αφού για εκείνη ήταν όλα της παιδιά. Δεν μπορούσε να ξεχωρίσει κανένα, σε όλα έδινε αγάπη και φροντίδα, όλα τα έβαζε κάτω από τις ζεστές φτερούγες της και τους μάθαινε την αλφαβήτα.
Έκλεισε ξανά τα μάτια και αφέθηκε στο ταξίδι του χρόνου πίσω στα τέλη της δεκαετίας του 70 τότε που έφτανε στο ακριτικό νησί που την περίμεναν εφτά παιδιά γεμάτα λαχτάρα και δίψα για μάθηση. Ανάμεσά τους και ο Λευτεράκης της, αδύνατος σαν την ανάσα του που ίσα που την άκουγε κάθε φορά που ανέπνεε. Από την αρχή τον συμπάθησε εκείνον τον μικρό, από την πρώτη μέρα που διάβασε την έκθεσή του και της έγραφε για την αρκούδα που έβλεπε κάθε μέρα στο ταβάνι του πάνω από το κρεβάτι του και την περιέγραφε στο γραπτό του τόσο παραστατικά, λες και το ζούσε κάθε φορά.
Όλα άλλαξαν όμως όταν μια μέρα ο μικρός της μαθητής ήρθε στο σχολείο με βήχα, ερεθισμένα μάτια και πάντα με μια συνεχή κόπωση που έκανε το άλλοτε χαμογελαστό της μαθητή να γίνει μια αδύναμη σκιά. Τις επόμενες μέρες ο Λευτέρης δεν πήγε στο σχολείο και η καρδιά της σφίχτηκε, ρώτησε τους συμμαθητές του και της είπαν πως ήταν άρρωστος. Μετά το τέλος του μαθήματος πέρασε από το μικρό ζαχαροπλαστείο, πήρε γλυκά και πήγε να τον επισκεφτεί και να γνωρίσει και η ίδια από κοντά τη φίλη του την αρκούδα που έβλεπε στο ταβάνι.
Στην πόρτα την υποδέχτηκε η μητέρα του που καθάριζε ψάρια, αφού ο πατέρας του ήταν ένα από τους ψαράδες του νησιού που τα έβγαζε πέρα με δυσκολία. Το σπίτι έμοιαζε με ερείπιο, μα ήταν πάντα καθαρό. Τα μάτια του Λευτέρη έλαμψαν μόλις είδαν τη δασκάλα να τον κοιτά από την άκρη της πόρτας. Τον πλησίασε και του χαμογέλασε δίνοντάς του λίγο από το φως της που είχε πάντα μέσα της.
«Ήρθα να σε δω και να γνωρίσω και από κοντά την αρκούδα που μου λες. Πού είναι σήμερα; Τι κάνει;» είπε η Ελένη.
«Σήμερα είναι πολύ χαζή. Ολόκληρη αρκούδα και τρώει το παγωτό της πιο αργά και από εμένα. Το παγωτό της λιώνει και στάζει πάνω μου, κυρία», είπε και Λευτέρης κοιτώντας το ταβάνι του.
Σήκωσε το βλέμμα της ψηλά και πάγωσε με αυτό που αντίκρισε. Στο ταβάνι πάνω ακριβώς από το κρεβάτι του Λευτέρη υπήρχε μούχλα που στην παιδική του φαντασία έπαιρνε διάφορα σχήματα, καθώς εξαπλώνονταν στον λευκό τοίχο και έμοιαζε με αρκούδα. Ήταν τόσο προχωρημένο στάδιο που άρχισε να στάζει πάνω του και του δημιουργούσε ήδη προβλήματα στο άσθμα του. Αμέσως πήγε και μίλησε στη μητέρα του που έβαζε εκείνη την ώρα το λάδι στο τηγάνι. Αγράμματοι και οι δυο γονείς δεν ήξεραν τις επιπτώσεις της μούχλας στην ήδη επιβαρημένη υγεία του γιου τους. Κάθισε στο τραπέζι και τους μίλησε απλά για να καταλάβουν πως η μούχλα έπρεπε να εξαφανιστεί από εκείνο το μέρος πριν είναι αργά για τον μικρό. Χωρίς κανέναν δισταγμό έδωσε τον μισθό της για να καλύψει τη μούχλα και να επισκευαστεί το σπίτι. «Η αρκούδα σου θα γίνει τώρα πολική, Λευτέρη μου. Ξέρεις οι πολικές αρκούδες είναι λευκές με ζεστό τρίχωμα», του είπε και τον έκλεισε στην αγκαλιά της.
Η βροχή δυνάμωνε όλο και πιο πολύ, αλλά η Ελένη δεν ήθελε να αφήσει αυτό το ταξίδι στο παρελθόν. Την ημέρα του αποχωρισμού ο Λευτεράκης έτρεχε στο λιμάνι να την αποχαιρετήσει με ένα λουλούδι στο χέρι. Λίγο πριν το καράβι ξεκινήσει, της είπε πως δεν θα την ξεχάσει ποτέ, πως θα είναι ο φάρος στη ζωή του σαν τον θείο του που δούλευε ως φαροφύλακας στην άκρη του βουνού. Πόση ευτυχία μπορεί να χωρέσει σε μια βαλίτσα; Πόσες αγκαλιές χρειάζεται για να χορτάσει η καρδιά; Το καράβι έφευγε και έπαιρνε μαζί και τις φωνές του Λευτεράκη που φώναζε δυνατά «σας αγαπώ, κυρίαααα» και εκείνη με δάκρυα στα μάτια τού κουνούσε τα χέρια μέχρι να χαθεί το μικρό νησάκι από το μπλε της θάλασσας.
«Τι αναμνήσεις, Θεέ μου, με αξίωσες να ζήσω σήμερα; Ο Λευτεράκης μου έμαθε να αναπνέει μοναχός του. Πόσο περήφανη με κάνεις, Λευτεράκη μου, απόψε;» μονολογούσε με δάκρυα να κυλούν από τα μάτια της στο αυλακωμένο της πρόσωπο που οι ρυτίδες το είχαν χαράξει με το πέρασμα του χρόνου.
Ποτέ δεν παραπονέθηκε για τίποτα στη ζωή της η Ελένη. Η ζωή της έμοιαζε πάντα με καράβι δίχως άγκυρα, δεν χωρούσε πουθενά. Την αγάπησε πολύ τη δουλειά της από την αρχή και δεν θα άλλαζε με τίποτα όλα αυτά τα χρόνια που έζησε σαν περιπλανώμενη με μια βαλίτσα στο χέρι μέχρι να διοριστεί μόνιμη. Ακόμα και τώρα που η σύνταξή της κάθε μήνα είναι και πιο λίγη, ποτέ δεν παραπονέθηκε. Έλεγε πάντα δόξα τω Θεώ και συνέχιζε να χαμογελά.
Οι πυροσβέστες που μπήκαν στο σπίτι σπάζοντας την πόρτα, την βρήκαν με τα χέρια στην καρδιά να κρατά σφιχτά το γράμμα και ένα τεράστιο χαμόγελο να φωτίζει το παγωμένο της πρόσωπο που έγερνε ελαφρά προς τα αριστερά. Η παγωνιά του θανάτου την είχε τυλίξει με το πέπλο και ο άγγελος του θανάτου ήρθε να την πάρει σε ένα ακόμα ταξίδι δίχως βαλίτσα αυτήν την φορά. Η καρδιά της έπαψε να χτυπά προτού το σπίτι πλημμυρίσει και το νερό φτάσει ως τα γόνατά της.
Η Ελένη κηδεύτηκε λίγες μέρες μετά, αλλά δεν έπαψε ποτέ να ζει, γιατί οι φάροι δεν σβήνουν ποτέ, όσα χρόνια και αν περάσουν, θα εξακολουθούν να φωτίζουν τον δρόμο των άλλων.
Αναστάσιος Μπογιάρης
Είναι μια γλυκιά ιστορία! Καλή επιτυχία! ☺
καλή επιτυχία!
Πολυ συγκινητικη ιστορια!καλη επιτυχια!
Γιατί η γνώση είναι έρωτας!!!
Μακάρι να υπαρχουν
και στην καθημερινή ζωή
τέτοιοι δάσκαλοι- άνθρωποι!
Ωραία ιστορία!
Μπραβο! Ομορφη ιστορια
Πολύ όμορφη ιστορία! καλή επιτυχία!
Υπέροχο μπράβο!
Υπέροχο, όμορφη ιστορία, μπράβο!
Τρυφερο και συγκινητικο!
Ο δάσκαλος έχει τη δύναμη να δώσει φτερά σε ένα παιδί,αρκεί να προσέξει την ψυχή του… Όμορφη και συγκινητική ιστορία.. όλοι μας είχαμε έναν τέτοιο δάσκαλο που θα ναι πάντα στην καρδιά μας! Καλή τύχη!!!! 🙂
Καλή Επιτυχία!!!
Πραγματικά Υπέροχο!! Καλή επιτυχία!!!
Πολύ τρυφερή ιστορία! Μπράβο! Καλή επιτυχία!
Πολύ όμορφη ιστορία. Συγχαρητήρια και καλή επιτυχία!
Συγχαρητηρια!Ξεχυλιζει από ανθρωπια κ αγαπη η ιστορια σας!Καλη επιτυχια!
Τρυφερή και συγκινητική ιστορία… Μπράβο! Καλή τύχη!
Υπέροχο! Συγχαρητήρια!
καλή επιτυχία!
Πολύ τρυφερή ιστορία..