Μια γιγάντια κλειδαρότρυπα η αυλή του σπιτιού. Ανάμεσα σε λουλούδια ευωδιαστά και σε σοφά βοτάνια ρίζωσε μια ξύλινη καρέκλα, ξερόχορτο του αγρού. Καθισμένη πάνω της μια γυναικεία μορφή, πλαισιωμένη από τα πυρόξανθα κι έπειτα γκριζωπά κι ύστερα ολόλευκα μαλλιά της, που έκρυβαν επιμελώς το χρονοφαγωμένο πρόσωπο. Ακίνητη να παρακολουθεί περαστικούς και γειτόνους∙ τον τρόπο τους, το βάδισμά τους, τις στυλιστικές επιλογές και τη νοικοκυροσύνη τους. Αρχή ακόμα της περιγραφής και τα ολόλευκα μαλλιά έγιναν φύκια. Την καρέκλα την κατάπιε ο κήπος. Τους γειτόνους η αφήγηση. Οι περαστικοί εξακολουθούν. Κοιτώντας μέσ’ από κλειδαρότρυπες, δεν βλέπεις πέρα απ’ τη μύτη σου.
Χριστίνα Κουτούβελα
Πολύ δυνατό. Μπράβο!
Έξοχο!
Πάρα πολύ ωραίο!Μπράβο!
πολύ ωραίο!!!!!!!!!